νεοπλουτισμός

νεοπλουτισμός
ο
συμπεριφορά που χαρακτηρίζει τον νεόπλουτο, η επίδειξη τού πλούτου με διάφορους τρόπους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεόπλουτος + -ισμός*. Η λ. μαρτυρείται από το 1898 στην εφημερίδα Ακρόπολις].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”